Ακατάλληλα κλάσματα είναι εκείνα με αριθμητή μεγαλύτερο από τον παρονομαστή.
Δηλαδή, ένα ακατάλληλο κλάσμα διαιρεί έναν αριθμό σε ίσα μέρη που είναι μικρότερα από το σύνολο.
Για παράδειγμα έχουμε τις ακόλουθες περιπτώσεις:
Πρέπει να σημειώσουμε ότι τα ακατάλληλα κλάσματα έχουν την ιδιαιτερότητα ότι είναι ισοδύναμα με έναν αριθμό μεγαλύτερο από την ενότητα. Μπορούμε να το παρατηρήσουμε στο ακόλουθο παράδειγμα:
Αξίζει επίσης να θυμόμαστε ότι μπορούμε να ορίσουμε ένα κλάσμα ως τη διαίρεση ενός αριθμού σε ίσα μέρη. Συνήθως αποτελείται (εάν δεν αναμιγνύεται) μόνο από δύο αριθμούς, και οι δύο χωρίζονται από μια ευθεία ή κεκλιμένη γραμμή. Ο αριθμός στην κορυφή είναι ο αριθμητής, ενώ ο αριθμός στο κάτω μέρος ονομάζεται παρονομαστής.
Ένα ακατάλληλο κλάσμα είναι το αντίθετο ενός κατάλληλου κλάσματος, το οποίο έχει έναν αριθμητή μικρότερο από τον παρονομαστή.
Μετατροπή ακατάλληλου κλάσματος σε μικτό κλάσμα
Ένα ακατάλληλο κλάσμα μπορεί να μετατραπεί σε μικτό κλάσμα. Δηλαδή, σε ένα που έχει ακέραιο και κλασματικό στοιχείο.
Για να κάνουμε τη μετατροπή, πρέπει να διαιρέσουμε τον αριθμητή με τον παρονομαστή του ακατάλληλου κλάσματος. Έτσι, το προκύπτον πηλίκο θα είναι το ακέραιο μέρος του νέου κλάσματος και το υπόλοιπο θα είναι ο αριθμητής, ενώ ο παρονομαστής θα παραμείνει ο ίδιος. Ας δούμε καλύτερα ένα παράδειγμα:
Ας υποθέσουμε ότι έχουμε το ακατάλληλο κλάσμα 17/3. Για να κάνουμε τη μετατροπή θα πρέπει να κάνουμε την αντίστοιχη διαίρεση:
Ως αποτέλεσμα της λειτουργίας 5 είναι το πηλίκο και 2 είναι το υπόλοιπο. Επομένως, το μικτό κλάσμα που ισοδυναμεί με 17/3 θα είναι: